Η επιμονή του πληθωρισμού τροφίμων (ειδών διατροφής) είναι υψηλότερη σε σύγκριση με την επιμονή του γενικού πληθωρισμού σε περιόδους αύξησης των τιμών, όπως η περίοδος από τις αρχές του 2021 έως και τα τέλη του 2023, συμπεραίνει η Τράπεζα της Ελλάδος σε ειδική έκθεσή της που εμπεριέχεται στη γενική έκθεση για τη νομισματική πολιτική 2023-2024.

Όπως αναφέρει, σε αυτές τις περιόδους οι τιμές αυξάνονται, ωθώντας τον πληθωρισμό προς τα επάνω, όμως οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται ακόμη περισσότερο, καθώς κινούνται ανοδικά οι τιμές μιας σειράς προσδιοριστικών παραγόντων τους, όπως παρουσιάστηκαν παραπάνω. Οι διαρκώς αυξανόμενες τιμές των ειδών διατροφής έχουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο εισόδημα των νοικοκυριών, δεδομένου ότι τα τρόφιμα κατατάσσονται στα αγαθά πρώτης ανάγκης, με ιδιαίτερα χαμηλή ελαστικότητα ζήτησης.

Αναδιανεμητικές συνέπειες

Επιπρόσθετα, η υψηλή επιμονή του πληθωρισμού ειδών διατροφής έχει σημαντικές αναδιανεμητικές συνέπειες, καθώς τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα επιβαρύνονται δυσανάλογα σε σύγκριση με νοικοκυριά που βρίσκονται υψηλότερα στην εισοδηματική κατανομή, αφού υποχρεώνονται να αφιερώσουν μεγαλύτερο αναλογικά μέρος του εισοδήματός τους στην κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής αυξήθηκε έντονα το 2022 και παρουσίασε αξιοσημείωτη επιμονή το 2023, καθώς
δεν ακολούθησε την πτωτική πορεία των ενεργειακών αγαθών. Παρά ταύτα εισήλθε σε καθοδική τροχιά, καταγράφοντας κατά τους πέντε πρώτους μήνες του 2024 σημαντικά χαμηλότερους ετήσιους ρυθμούς.

Ωστόσο, αν και τον Απρίλιο του 2024 η Ελλάδα είχε το δεύτερο υψηλότερο πληθωρισμό ειδών διατροφής στην ευρωζώνη,
τον Μάιο παρατηρήθηκε έντονη αποκλιμάκωση και σημαντική σύγκλιση με το μέσο όρο της ευρωζώνης. Τους επόμενους μήνες αναμένεται περαιτέρω αποκλιμάκωση του πληθωρισμού ειδών διατροφής στην Ελλάδα, αλλά με βραδύτερους ρυθμούς.

Οι τιμές ενέργειας

Η επιμονή αυτή συνδέεται με το πλήθος και τη μεταβλητότητα των παραγόντων που επηρεάζουν τον πληθωρισμό ειδών διατροφής. Οι τιμές της ενέργειας (κυρίως του ηλεκτρικού ρεύματος, του φυσικού αερίου και των υγρών καυσίμων), οι τιμές των λιπασμάτων και οι διεθνείς τιμές των εμπορευμάτων, που λειτουργούν ως κύρια εισροή για τα επεξεργασμένα είδη διατροφής, παρουσιάζουν έντονες αυξήσεις τα τελευταία χρόνια, ωθώντας υψηλότερατόσο το γενικό επίπεδο τιμών όσο και τις τιμές των τροφίμων.

Οι ταυτόχρονες αυξήσεις των προσδιοριστικών παραγόντων του πληθωρισμού ειδών διατροφής είναι η βασική αιτία της υψηλής επιμονής του. Στους παράγοντες αυτούς θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η αβεβαιότητα που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή και τα σχετιζόμενα καιρικά φαινόμενα, τα οποία συχνά δημιουργούν διαταραχές στην προσφορά των τροφίμων.

Η επιμονή του πληθωρισμού ειδών διατροφής είναι υψηλότερη σε σύγκριση με την επιμονή του γενικού πληθωρισμού σε περιόδους αύξησης των τιμών, όπως η περίοδος από τις αρχές του 2021 έως και τα τέλη του 2023.

Σε αυτές τις περιόδους οι τιμές αυξάνονται, ωθώντας τον πληθωρισμό προς τα επάνω, όμως οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται ακόμη περισσότερο, καθώς κινούνται ανοδικά οι τιμές μιας σειράς προσδιοριστικών παραγόντων τους, όπως παρουσιάστηκαν παραπάνω.

Επιπτώσεις στο εισόδημα

Οι διαρκώς αυξανόμενες τιμές των ειδών διατροφής έχουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο εισόδημα των νοικοκυριών, δεδομένου ότι τα τρόφιμα κατατάσσονται στα αγαθά πρώτης ανάγκης, με ιδιαίτερα χαμηλή ελαστικότητα ζήτησης. Επιπρόσθετα, η υψηλή επιμονή του πληθωρισμού ειδών διατροφής έχει σημαντικές αναδιανεμητικές συνέπειες, καθώς τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα επιβαρύνονται δυσανάλογα σε σύγκριση με νοικοκυριά που βρίσκονται υψηλότερα στην εισοδηματική κατανομή, αφού υποχρεώνονται να αφιερώσουν μεγαλύτερο αναλογικά μέρος του εισοδήματός τους στην κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών. Αντιμετωπίζοντας μάλιστα και υψηλά επίπεδα τιμών, τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα συχνά ωθούνται στην υποκατάσταση τροφίμων υψηλότερης διατροφικής αξίας από τρόφιμα κατώτερης διατροφικής αξίας, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας της διατροφής τους και ως εκ τούτου τη δημιουργία υγειονομικών κινδύνων για τα μέλη τους.

Κίνδυνος για την υγεία

Αντιμετωπίζοντας μάλιστα και υψηλά επίπεδα τιμών, τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα συχνά ωθούνται στην υποκατάσταση τροφίμων υψηλότερης διατροφικής αξίας από τρόφιμα κατώτερης διατροφικής αξίας, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας της διατροφής τους και ως εκ τούτου τη δημιουργία υγειονομικών κινδύνων για τα μέλη τους.

Ο ρυθμός μεταβολής των τιμών των ειδών διατροφής, καθώς και οι αιτίες και οι συνέπειές του, είναι ένα θέμα που βρίσκεται πάντοτε στο επίκεντρο της βιβλιογραφίας σχετικά με τις εξελίξεις του πληθωρισμού. Ακόμη πιο επίκαιρη και αναγκαία καθίσταται η μελέτη του λόγω του ότι ο πληθωρισμός ειδών διατροφής στην Ελλάδα και στις περισσότερες χώρες της ζώνης του ευρώ το 2023 ήταν υπερδιπλάσιος του γενικού πληθωρισμού. Παρά το γεγονός ότι ο γενικός πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, ο πληθωρισμός ειδών διατροφής αποδεικνύεται πιο επί[1]μονος και μειώνεται με σημαντικά βραδύτερο ρυθμό. Ο επίμονος πληθωρισμός ειδών διατροφής συνεπάγεται δυσανάλογη επιβάρυνση των χαμηλότερων εισοδηματικά στρωμάτων, αφού δαπανούν μεγαλύτερο ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματός τους συγκριτικά με τα υπόλοιπα νοικοκυριά, με αποτέλεσμα να διευρύνονται οι ανισότητες μεταξύ των νοικοκυριών.

Οι δύο συνιστώσες

Τα είδη διατροφής κατανέμονται σε δύο βασικές συνιστώσες, δηλαδή στα μη επεξεργασμένα και στα επεξεργασμένα είδη διατροφής, που ταυτοχρόνως αποτελούν και δύο από τις πέντε κύριες συνιστώσες του ΕνΔΤΚ. Από την εξέταση των δύο συνιστωσών του πληθωρισμού των ειδών διατροφής στην Ελλάδα προκύπτει ότι οι τιμές των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής κινήθηκαν έντονα ανοδικά το 2023, πιθανώς λόγω της μεγάλης αύξησης των τιμών της ενέργειας (φυσικού αερίου και πετρελαίου) και των λιπασμάτων, οι οποίες οδήγησαν στην άνοδο των τιμών παραγωγού και κατά συνέπεια των τιμών καταναλωτή. Πρόσθετη ανοδική επίδραση στις τιμές των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής είχε το μισθολογικό κόστος, το οποίο επηρεάστηκε από τις αυξήσεις των μισθών, όπως αυτές παρατηρούνται μέσω των κατανομών αμοιβών, και ειδικότερα από τις αυξήσεις στα χαμηλότερα μισθολογικά κλιμάκια.

Ο ρόλος του πολέμου

Παρόμοιες ήταν και εξακολουθούν να είναι οι πηγές του έντονου και επίμονου πληθωρισμού στα επεξεργασμένα είδη διατροφής. Κύριοι προσδιοριστικοί παράγοντες των τιμών των επεξεργασμένων ειδών διατροφής είναι οι τιμές σε επίπεδο παραγωγού και οι διεθνείς τιμές των διατροφικών εμπορευμάτων, τα οποία είναι οι βασικές εισροές των επιχειρήσεων που επεξεργάζονται και πωλούν είδη διατροφής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία εκτιμάται ότι διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην αύξηση των διεθνών τιμών των τροφίμων και ειδικά των σιτηρών. Ως πρόσθετοι προσδιοριστικοί παράγοντες του πληθωρισμού ειδών διατροφής αναφέρονται η κλιματική κρίση και τα συνακόλουθα ακραία καιρικά φαινόμενα, αλλά και η πανδημία του κορωνοϊού λόγω διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα και περιορισμών στο εμπόριο ειδών διατροφής.

Οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές στη Θεσσαλία έπληξαν την πλευρά της προσφοράς τροφίμων, με αποτέλεσμα την περαιτέρω αύξηση των τιμών, καθώς παρατηρήθηκαν ελλείψεις σε πολλά αγαθά.

Δεδομένου ότι η κλιματική κρίση συνεπάγεται και αβεβαιότητα των καιρικών προγνώσεων, εκτιμάται ότι στο μέλλον θα υπάρξει μεγαλύτερη μεταβλητότητα στις τιμές των ειδών διατροφής. Η εξέλιξη του πληθωρισμού των ειδών διατροφής στην Ελλάδα.

Σύγκριση με Ευρώπη

O όρος “είδη διατροφής” καλύπτει όλα τα τρόφιμα, τα μη αλκοολούχα ποτά, τα αλκοολούχα ποτά και τον καπνό, δηλαδή τις δύο πρώτες από τις 12 βασικές κατηγορίες του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), που αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% του καλαθιού του καταναλωτή. Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής κυμάνθηκε από 1,2% το 2021 σε 9,7% το 2022, 9,9% το 2023 και 5,0% το πρώτο πεντάμηνο του 2024. Ο αντίστοιχος μέσος όρος των ειδών διατροφής στη ζώνη του ευρώ ήταν 1,5% το 2021, 9,0% το 2022, 10,9% το 2023 και 3,5% το διαθέσιμο πεντάμηνο του 2024.

Την προηγούμενη δεκαετία, 2010-2019, ο μέσος πληθωρισμός των ειδών διατροφής στην Ελλάδα ήταν 1,3% και στη ζώνη του ευρώ 1,8%. Στον Πίνακα Α παρουσιάζονται οι μέσοι ετήσιοι ρυθμοί μεταβολής των δεικτών τιμών των ειδών διατροφής κατά τα τελευταία τέσσερα έτη και κατά το διαθέσιμο πεντάμηνο του 2024 σε σύγκριση με τους μέσους ρυθμούς της δεκαετίας 2010-2019 για τις κυριότερες ομάδες ειδών διατροφής του ΕνΔΤΚ της Ελλάδος. Από τον Πίνακα καθίσταται σαφές ότι όλοι σχεδόν οι υποδείκτες των ειδών διατροφής κινήθηκαν έντονα ανοδικά το 2022.

Η διαφορά επεξεργασμένων προϊόντων και μη

Παρά τον αποπληθωρισμό των ενεργειακών αγαθών, ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής αυξήθηκε περαιτέρω το 2023, αλλά ταυτοχρόνως εισήλθε σταδιακά και σε μια σταθερή καθοδική πορεία, υποχωρώντας σημαντικά κατά τους πρώτους πέντε μήνες του 2024. Εξαίρεση αποτελούν οι υποδείκτες “ψάρια”, “έλαια και λίπη”, “φρούτα”, “μεταλλικό νερό, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων” και “οινοπνευματώδη ποτά”, που συνεχίζουν να αυξάνονται περαιτέρω ή παρέμειναν στα ίδια σχεδόν επίπεδα.

Όσον αφορά την Ελλάδα, σημαντικό μέρος των επεξεργασμένων ειδών διατροφής εισάγεται και ως εκ τούτου υπόκειται στην πορεία των τιμών που διαμορφώνονται διεθνώς. Ο πληθωρισμός των επεξεργασμένων ειδών διατροφής δεν παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις και γενικώς ακολουθεί ήπια πορεία. Εισήλθε σε ανοδική τροχιά τον Ιούλιο του 2021 και κορυφώθηκε τον Ιανουάριο του 2023 (13,8%). Έκτοτε ακολουθεί καθοδική τάση και, καθώς σε σημαντικό βαθμό διαμορφώνεται από τον εισαγόμενο πληθωρισμό ειδών διατροφής, αναμένεται να συνεχίσει την αντιπληθωριστική του πορεία μέσα στο 2024 Τα μη επεξεργασμένα είδη διατροφής (περιλαμβάνουν τα νωπά κρέατα, ψάρια, φρούτα, λαχανικά και τα αυγά) διαφοροποιούνται σε σημαντικό βαθμό από τα επεξεργασμένα είδη, καθώς σημαντικό μέρος τους αποτελείται από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, κυρίως τα είδη “φρέσκα φρούτα” και “φρέσκα λαχανικά”.

Σε αντίθεση με τον πληθωρισμό των επεξεργασμένων ειδών διατροφής, ο πληθωρισμός των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής παρουσιάζει έντονη μεταβλητότητα, η οποία αποδίδεται στο ευμετάβλητο των τιμών των φρέσκων φρούτων και λαχανικών που επηρεάζονται σημαντικά από τις καιρικές συνθήκες. Ο πληθωρισμός των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής εισήλθε σε ανοδική τροχιά τον Ιούνιο του 2021, μέσα στο 2022 κατέγραψε μέγιστο το Μάιο (13,2%), ενώ μέσα στο 2023, μετά από μήνες έντονης διακύμανσης, κατέγραψε μέγιστο τον Ιούλιο (15,1%).

Πηγή ΟΤ

Περισσότερα Εδω

Προηγούμενο άρθροEuro 2024: Ο Κβαρατσκέλια σημείωσε το 5ο πιο γρήγορο γκολ στην Ιστορία της διοργάνωσης
Επόμενο άρθροΝεκρός ο 69χρονος που αγνοούνταν σε περιοχή της Εύβοιας